- ἀπηχῶ
- ἀπηχέωsound backpres subj act 1st sg (attic epic doric)ἀπηχέωsound backpres ind act 1st sg (attic epic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
απηχώ — βλ. πίν. 73 (μόνο στον ενεστ. και παρατατ.) … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
απηχώ — (Α ἀπηχῶ, έω) νεοελλ. δίνω την απήχηση, τον αντίχτυπο από κάποιο γεγονός αρχ. 1. αντηχώ 2. λέγω, εκστομίζω 3. ηχώ παράφωνα … Dictionary of Greek
απηχώ — ησα, αποδίνω ήχο, μτφ., προκαλώ εντύπωση, εκφράζω: Όσα υποστηρίζει απηχούν τις σκέψεις άλλων … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αντιλαλώ — (Α ἀντιλαλῶ, έω) νεοελλ. ανακλώ τον ήχο, αντηχώ 2. απηχώ (αμτβ. και μτβ.) 3. συμφωνώ αρχ. αντιλέγω ή ομιλώ εναντίον κάποιου … Dictionary of Greek
προαπήχημα — ατος, τὸ, Μ προκαταρκτικός ήχος. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἀπήχημα (< ἀπηχῶ «ηχώ, αντηχώ»)] … Dictionary of Greek